Το Ευαγγελικό ανάγνωσμα της Παρασκευής 17 Μαΐου 2024
Ευαγγέλιο ΚΑΤΑ ΙΩΑΝΝΗΝ Ε´ 30 – 47 – 30 ου δύναμαι εγώ ποιείν απ’ εμαυτού ουδέν. καθώς ακούω κρίνω, και η κρίσις η εμή δικαία εστίν· ότι ου ζητώ το θέλημα το εμόν, αλλά το θέλημα του πέμψαντός με πατρός.
31 Εάν εγώ μαρτυρώ περί εμαυτού, η μαρτυρία μου ουκ έστιν αληθής. 32 άλλος εστίν ο μαρτυρών περί εμού, και οίδα ότι αληθής εστιν η μαρτυρία ην μαρτυρεί περί εμού. 33 υμείς απεστάλκατε προς Ιωάννην, και μεμαρτύρηκε τη αληθεία·
34 εγώ δε ου παρά ανθρώπου την μαρτυρίαν λαμβάνω, αλλά ταύτα λέγω ίνα υμείς σωθήτε. 35 εκείνος ην ο λύχνος ο καιόμενος και φαίνων, υμείς δε ηθελήσατε αγαλλιαθήναι προς ώραν εν τώ φωτί αυτού.
36 εγώ δε έχω την μαρτυρίαν μείζω του Ιωάννου· τα γάρ έργα ά έδωκέ μοι ο πατήρ ίνα τελειώσω αυτά, αυτά τα έργα ά εγώ ποιώ, μαρτυρεί περί εμού ότι ο πατήρ με απέσταλκε.
37 και ο πέμψας με πατήρ, αυτός μεμαρτύρηκε περί εμού. ούτε φωνήν αυτού ακηκόατε πώποτε ούτε είδος αυτού εωράκατε, 38 και τον λόγον αυτού ουκ έχετε μένοντα εν υμίν, ότι όν απέστειλεν εκείνος, τούτω υμείς ου πιστεύετε.
39 ερευνάτε τας γραφάς, ότι υμείς δοκείτε εν αυταίς ζωήν αιώνιον έχειν· και εκείναί εισιν αι μαρτυρούσαι περί εμού· 40 και ου θέλετε ελθείν πρός με ίνα ζωήν έχητε. 41 δόξαν παρά ανθρώπων ου λαμβάνω·
42 αλλ’ έγνωκα υμάς ότι την αγάπην του Θεού ουκ έχετε εν εαυτοίς. 43 εγώ ελήλυθα εν τώ ονόματι του πατρός μου, και ου λαμβάνετέ με· εάν άλλος έλθη εν τώ ονόματι τώ ιδίω, εκείνον λήψεσθε. 44 πως δύνασθε υμείς πιστεύσαι, δόξαν παρά αλλήλων λαμβάνοντες, και την δόξαν την παρά του μόνου Θεού ου ζητείτε;
45 μη δοκείτε ότι εγώ κατηγορήσω υμών προς τον πατέρα· έστιν ο κατηγορών υμών Μωϋσής, εις όν υμείς ηλπίκατε. 46 ει γάρ επιστεύετε Μωϋσεί, επιστεύετε αν εμοί· περί γάρ εμού εκείνος έγραψεν. 47 ει δε τοις εκείνου γράμμασιν ου πιστεύετε, πως τοις εμοίς ῥήμασι πιστεύσετε;
ΚΑΤΑ ΙΩΑΝΝΗΝ Ϛ´ 1 – 2
1 Μετά ταύτα απήλθεν ο Ιησούς πέραν της θαλάσσης της Γαλιλαίας της Τιβεριάδος· 2 και ηκολούθει αυτώ όχλος πολύς, ότι εώρων αυτού τα σημεία ά εποίει επί των ασθενούντων.
Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
ΚΑΤΑ ΙΩΑΝΝΗΝ Ε´ 30 – 47
30 Θα δικασθούν δε από εμέ με πάσαν δικαιοσύνην. Διότι εγώ και τώρα και πάντοτε δεν δύναμαι να πράττω τίποτε από τον εαυτόν μου, το οποίον να μη θέλη και ο Πατήρ μου. Καθώς ακούω από τον Πατέρα, κρίνω σύμφωνα προς ό,τι ο Πατήρ προς εμέ τον ενανθρωπήσαντα Υιόν του λέγει· και η κρίσις μου λοιπόν είναι δικαία· διότι δεν ζητώ να στήσω το θέλημά μου, αλλά το θέλημα του Πατρός μου, ο οποίος με έστειλεν εις τον κόσμον και ο οποίος είναι εις όλα δίκαιος.
31 Ίσως θα μού είπητε, ότι δεν πιστεύομεν εις αυτά, που λέγεις διά τον εαυτόν σου, διότι στηρίζονται εις ιδικήν σου εγωϊστικήν μαρτυρίαν. Πράγματι· εάν εγώ μόνος δίδω μαρτυρίαν διά τον εαυτόν μου, η μαρτυρία μου δεν είναι αξιόπιστος.
32 Άλλος όμως δίδει μαρτυρίαν δι’ εμέ, ο επουράνιος Πατήρ, και λόγω της ιδιαιτέρας σχέσεώς μου προς αυτόν πληροφορείται αλανθάστως η συνείδησίς μου και γνωρίζω καλώς, ότι είναι αληθής η μαρτυρία, την οποίαν μαρτυρεί δι’ εμέ. 33 Επειδή όμως σείς δεν ακούετε την φωνήν αυτήν του Πατρός μου, και επιμένετε να ζητήτε εξωτερικάς μαρτυρίας, σας υπενθυμίζω, ότι σείς έχετε στείλει απεσταλμένους προς τον Ιωάννην και εκείνος έχει δώσει πρό πολλού μαρτυρίαν διά την αλήθειαν.
34 Εγώ όμως, ο οποίος έχω την πληροφορίαν, την οποίαν ο Πατήρ παρέχει αμέσως εις το εσωτερικόν της συνειδήσεώς μου, δεν βασίζομαι εις την μαρτυρίαν, η οποία δίδεται από άνθρωπον, έστω και εάν ο άνθρωπος αυτός είναι ο Ιωάννης. Αλλά λέγω ταύτα διά την μαρτυρίαν του Ιωάννου, διά να πεισθήτε τουλάχιστον από την μαρτυρίαν ανθρώπου, τον οποίον θεωρείτε και σείς αξιόπιστον, και σωθήτε.
35 Εκείνος δεν ήτο, όπως εγώ, ο ήλιος της δικαιοσύνης, αλλ’ ήτο ο λύχνος, που δεν είχεν από τον εαυτόν του φως, αλλ’ ήναψεν αυτόν το Άγιον Πνεύμα και δι’ αυτό εφώτιζε, σείς δε ηθελήσατε να χαρήτε με το φως της διδασκαλίας του, αλλά δυστυχώς δι’ ολίγον μόνον καιρόν.
36 Εγώ όμως έχω να σας προβάλω αλάνθαστον μαρτυρίαν, η οποία είναι μεγαλυτέρα από την μαρτυρίαν του Ιωάννου· διότι η όλη θαυμαστή δράσις μου ως Μεσσίου με τα θαύματα και καταπληκτικά έργα, που μού ανέθεσεν ο Πατήρ διά να φέρω εις πέρας με την δύναμίν του, αυτά τα έργα, τα οποία μόνος εγώ επιτελώ, μαρτυρούν δι’ εμέ, ότι ο Πατήρ με έχει αποστείλει εις τον κόσμον.
37 Και ο Πατήρ, που με απέστειλεν εις τον κόσμον, αυτός έχει δώσει πρό πολλού εις τας Αγίας Γραφάς μαρτυρίαν δι’ εμέ. Ούτε την φωνήν του έχετε ακούσει ποτέ έως τώρα, ούτε την μορφήν του έχετε ίδει, διότι ο Θεός είναι αόρατος και δεν τον αντιλαμβάνεται κανείς με τας σωματικάς αισθήσεις. Συνεπώς και την μαρτυρίαν του δι’ εμέ θα έπρεπε να την ζητήσετε εις τας Γραφάς.
38 Αλλά σείς και τον λόγον του Θεού, που περιέχεται εις τας Αγίας Γραφάς, δεν τον έχετε εγκολπωθή, ώστε να κατοική μέσα σας· και απόδειξις τούτου είναι το ότι εις αυτόν, τον οποίον εκείνος (ο Πατήρ) απέστειλεν εις τον κόσμον, εις τούτον σείς δεν πιστεύετε.
39 Εξετάζετε με προσκόλλησιν εις το εξωτερικόν γράμμα τας Αγίας Γραφάς, διότι νομίζετε, ότι με μόνην την ανάγνωσιν και την εξέτασιν ταύτην θα έχετε ζωήν αιώνιον. Και εκείναι είναι, που μαρτυρούν δι’ εμέ.
40 Και όμως παρά την περί εμού μαρτυρίαν των Γραφών δεν θέλετε να έλθετε προς εμέ διά να έχητε ζωήν αιώνιον. 41 Μη νομίσετε, ότι από ματαιοδοξίαν ζητώ να έλθετε προς εμέ ως μαθηταί μου. Όχι. Δεν επιδιώκω να λάβω δόξαν από ανθρώπους.
42 Αλλά από την συναναστροφήν μου με σας και από την προσωπικήν μου πείραν σας έχω μάθει πολύ καλά και είμαι βέβαιος, ότι δεν έχετε μέσα σας την αγάπην προς τον Θεόν.
43 Αποδεικνύεται δε τούτο από το ότι εγώ ήλθον εξ ονόματος του Πατρός μου, ως αντιπρόσωπός του, που φανερώνει το όνομά του και το θέλημά του, και όμως δεν με δέχεσθε και δεν πιστεύετε εις την θείαν αποστολήν μου. Εάν έλθη άλλος, ψευδής Μεσσίας, που θα επιδιώκη το ιδικόν του συμφέρον και την δόξαν του ιδικού του ονόματος, εκείνον θα τον υποδεχθήτε.
44 Αλλά πως είναι δυνατόν να πιστεύσετε, σείς, οι οποίοι επιδιώκετε να λαμβάνετε δόξαν ο ένας από τον άλλον και δεν ζητείτε την δόξαν, η οποία πηγάζει από τον ένα και μόνον Θεόν;
45 Μη φαντάζεσθε, ότι εγώ θα σας κατηγορήσω εις τον Πατέρα. Υπάρχει άλλος, που σας κατηγορεί, ο Μωϋσής, εις τον οποίον σείς έχετε στηρίξει τας ελπίδας σας.
46 Και είναι κατήγορός σας ο Μωϋσής, διότι ούτε εις εκείνου τους λόγους πιστεύετε. Διότι εάν επιστεύατε εις τον Μωϋσήν, θα επιστεύατε και εις εμέ. Διότι περί εμού εκείνος έγραψε προφητικώς και εις πολλά μέρη των συγγραμμάτων του, είτε με τύπους και εικόνας, είτε με σαφείς προρρήσεις προλέγεται ο έρχομός μου.
47 Εάν δε δεν πιστεύετε εις όσα έχει γράψει εκείνος, που τόσον πολύ τον υπολήπτεσθε, πως θα πιστεύσετε εις τους λόγους τους ιδικούς μου, τον οποίον διά πρώτην φοράν βλέπετε και ακούετε;
ΚΑΤΑ ΙΩΑΝΝΗΝ Ϛ´ 1 – 2
1 Μετά ταύτα ανεχώρησεν ο Ιησούς εις το απέναντι μέρος της λίμνης της Γαλιλαίας, η οποία ονομάζεται και Τιβεριάς. 2 Και τον ηκολούθει πολύς λαός, διότι έβλεπε τα θαύματά του, που έκανεν επί των αρρώστων.